περιβραχιόνιο(ν)

περιβραχιόνιο(ν)
τό
1) повязка (нарукавная); 2) браслет (носимый выше локтя)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "περιβραχιόνιο(ν)" в других словарях:

  • περιβραχιόνιο — το, ΝΑ βλ. περιβραχιόνιος …   Dictionary of Greek

  • περιβραχιόνιο — το αυτό που είναι γύρω από το βραχίονα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σφυγμομανόμετρο — Συσκευή που χρησιμεύει για τη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης. Αποτελείται συνήθως από ελαστικό θάλαμο (περιβραχιόνιο), μια ελαστική φούσκα (πουάρ) με βαλβίδα που χρησιμεύει για την εισαγωγή αέρα στο όλο σύστημα, ένα υδραργυρικό ή μεταλλικό… …   Dictionary of Greek

  • περιβραχιόνιος — α, ο / περιβραχιόνιος, ιον [περιβραχίων, ονος] ΝΑ αυτός που τίθεται ή φοριέται γύρω από τον βραχίονα νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το περιβραχιόνιο 1. κόσμημα που φοριέται γύρω από τον βραχίονα, ψέλι, βραχιόλι 2. λουρίδα υφάσματος γύρω από το μπράτσο,… …   Dictionary of Greek

  • αμφιδέα — ἀμφιδέα, η (Α) συνήθ. στον πληθ. αἱ ἀμφιδέαι 1. καθετί με το οποίο περιδένεται κάτι, το οποίο είναι δεμένο γύρω από κάτι, κρίκος, δακτύλιος, περιβραχιόνιο, βραχιόλι 2. οι σιδερένιοι κρίκοι με τους οποίους προσαρμόζονταν και στηρίζονταν πάνω στους …   Dictionary of Greek

  • βραχιονιστήρας — ο (Α βραχιονιστήρ) νεοελλ. [βραχίων] 1. τμήμα πανοπλίας, το οποίο καλύπτει τον βραχίονα 2. περιβραχιόνιο αρχ. βραχιόλι …   Dictionary of Greek

  • περιβραχίων — ονος, ὁ, Α το περιβραχιόνιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + βραχίων] …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Μπενάκη — Το Μ.Μ. μετά από εργασίες που διήρκεσαν επτά περίπου χρόνια, άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό στις 7 Iουνίου 2000. Tο στεγασμένο σε ένα από τα επιβλητικότερα νεοκλασικά κτίρια της Aθήνας (Κουμπάρη 1) μουσείο ιδρύθηκε από τον ευπατρίδη Aντώνη… …   Dictionary of Greek

  • Σταυρός, Διεθνής Ερυθρός — Συγκρότημα φιλανθρωπικών οργανώσεων που αποβλέπουν στην προσφορά βοήθειας στα θύματα του πολέμου, των φυσικών καταστροφών και των κοινωνικών αναστατώσεων. Περιλαμβάνει δυο χωριστές οργανώσεις: τη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού και την Ένωση… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»